Οι δύο φίλες απολάμβαναν το απογευματινό τους τσάι. Οι σύζυγοι σε λίγη ώρα θα επέστρεφαν από το ψάρεμα στο οποίο είχαν πάει από νωρίς το πρωί.
Η Α. και η Β. ήταν φίλες από παιδιά, μοιράζονταν τα πάντα, κανένα μυστικό δεν υπήρχε ανάμεσά τους.
Α: και να δεις που θα έρθουν συνάμενοι κουνάμενοι και θα λένε: μα κοίτα ρε γυναίκα τι ψαρούκλες έπιασα σήμερα...
Β: Χαχα ναι, δεν θυμάσαι την άλλη φορά που είχαν ξεχάσει μέσα την απόδειξη από το ψαράδικο;
Τα γέλια τους άλλαξαν με μιας την αύρα στον χώρο. Ένας χώρος βαρύς, όχι μόνο από τα έπιπλα και τα κάδρα αλλά κυρίως μετά από τον πρόσφατο χαμό του βρέφους της Α.
Β: Δεν μου λες καλή μου; Δε νομίζεις ότι πρέπει να το ξεπεράσεις και να βάλεις μπρος για παιδί; Αρκετά πένθησες, η ζωή είναι μικρή και τα χρόνια περνάνε, δεν χρειάζεται να φτάσεις σε ηλικία που θα αγχωθείς για το αν θα μπορείς να κάνεις παιδί πλέον...
Α: Άσε με βρε, σιγά σιγά θα το ξεπεράσω, απλά δεν είμαι έτοιμη ακόμη, εξάλλου έχω το σκυλί μου, και τα δικά σου παιδιά είναι σαν παιδιά μου...
Β: Καλά, δεν επιμένω εξάλλου πρέπει να βάλει κι ο Γ. το χεράκι του, μην πω τίποτα άλλο...
Γέλια και πάλι στον χώρο, και χτυπήματα στον ώμο με την παλάμη και σπρωξίματα σαν τότε που ήταν μαθητριούλες...
Η εξώπορτα άνοιξε θριαμβευτικά κι ο Γ. με τον Δ. μπήκαν με τα καλάμια τους και μια μεγάλη πλαστική σακούλα εμφανώς φορτωμένη.
Άντε γυναίκες, τα φέραμε τα ψάρια, αναλάβατε κουζίνα, καλό καθάρισμα και σωστό ψήσιμο κατά πως ξέρετε, είπε ο Γ.. ενώ ο Δ. συμπλήρωσε: και δεν χρειάζεται να μας αποθεώνετε, απλά μας έκατσε ένα καλό κοπάδι κι ήμασταν τυχεροί...
Οι γυναίκες χαμογελώντας πήραν την σακούλα και πήγαν στην κουζίνα.
Α: Δεν μου λες, να ψάξουμε την απόδειξη ή θα το καταλάβουμε στο καθάρισμα;
Β: Εννοείται ότι θα το καταλάβουμε στο καθάρισμα...
Τα χαχανητά έδιναν κι έπαιρναν στην κουζίνα, ενώ στο σαλόνι οι Γ. και Δ. είχαν την δική τους σοβαρή συζήτηση.
Πως τα πάτε με την Α.; ρώτησε ο Δ. τον φίλο του, θα βάλετε μπρος για παιδί ή δεν θέλει ακόμα;
Γ.: Άσε ρε φίλε, την έχει πιάσει η αναποδιά, δεν με αφήνει να την αγγίξω καλά καλά, φταίω εγώ μετά;
Δ.: Πάψε ρε, θα μας ακούσουν και ποιος σε σώζει μετά... Η μικρή καλή αλήθεια;
Γ.: Καλή; τα κάνει όλα και συμφέρει...
Τα γέλια τους κάλυψαν τα χαχανητά της κουζίνας σε σημείο που παραξένεψε τις γυναίκες. Με τις ποδιές και την ψαρίλα τους κατέφθασαν στο σαλόνι απορημένες, η Α. με ύφος κι ειρωνεία μίλησε πρώτη:
Α.:Τι λέτε βρε αγόρια και γελάτε έτσι; Δεν λέτε και σε μας τις σκλάβες της κουζίνας να ευθημήσουμε;
Γ.: Τίποτα μωρέ, κάτι δικά μας για το ψάρεμα...
Δ.: (Πνιγμένος στα γέλια), ναι για κάτι γοργόνες που πέρασαν και δεν τσίμπησαν...
Β.: Εσύ μαζέψου γιατί το αγκίστρι είναι ακόμη στα χείλη σου...
Α.: Και δεν μου λέτε βρε παιδιά; Όταν ψαρεύετε παίρνετε κι απόδειξη από τον Ποσειδώνα;
Γ.: Βρε χαμένε δεν σου είπα να τις πετάς; Για την εφορία τις μαζεύεις;
Δ.: Β. άντε στην κουζίνα σου κι άσε μας να πούμε τα δικά μας
Β.: Για τις γοργόνες λέτε; Αν είναι να ξέρουμε κι εμείς...
Α.: Για τις μικρές γοργόνες ξέρουμε, τίποτα άλλο πιο ενδιαφέρον;
Γ.: Τι εννοείς ξέρεις; τι ξέρεις δηλαδή;
Α.: Ότι επειδή έχω απομακρυνθεί βρίσκεις αλλού παρηγοριά, ορίστε το είπα...
Σιγή στο δωμάτιο, οι Β. και Δ. απομακρύνθηκαν διακριτικά προς την βιβλιοθήκη, κι έμεινε το ζευγάρι να κοιτάει ο ένας τον άλλο με πολύ άγριες διαθέσεις.
Α.: Σε ακούω λοιπόν, έχεις να πεις κάτι;
Γ.: Ναι, ότι από τότε που χάσαμε το παιδί έγινες άλλος άνθρωπος...
Α.: Ενώ εσύ; λες να μην έχω καταλάβει τι γίνεται πίσω από την πλάτη μου; Ξέρω ότι σε καλύπτει ο Δ. για να κάνεις τις βρωμοδουλειές σου...
Γ.: Αυτό μπορεί να είναι άλλο θέμα, αλλά εμπλέκεται και στο δικό μας, εσύ με αποξενώνεις, με απαξιώνεις, δεν μου αφήνεις χώρο δίπλα σου... εξάλλου αυτό που κάνω είναι μόνο από βιολογική ανάγκη, δεν έχει να κάνει ούτε με έρωτα ούτε με αγάπη.
Α.: Θέλεις να φύγουμε για λίγες μέρες διακοπές, μακριά από όλα κι απ' όλους μήπως καταφέρουμε να ξαναβρεθούμε;
Γ.: (δακρυσμένος) Το συζητάς; πάω να βάλω την επιγραφή κλειστό λόγω διακοπών στο μαγαζί κι ετοιμάζουμε βαλίτσες...
Έσκυψε και την φίλησε με πάθος, αλλά την συγκινητική σκηνή διέκοψε η τσιρίδα της Β.: ρε σεις, τα κάψαμε τα ψάρια, δεν σας πήρε την μύτη η μυρωδιά του καμένου;