
Σας αφήνω με τις καλύτερες ευχές μου και με την υπόσχεση ότι θα επανέλθω ξεκούραστος και με πιο ενδιαφέροντα θέματα.
Φιλιά πολλά σε όλους, ρίξτε το έξω (ή μέσα, εξαρτάται).
Σας αφήνω με τις καλύτερες ευχές μου και με την υπόσχεση ότι θα επανέλθω ξεκούραστος και με πιο ενδιαφέροντα θέματα.
Φιλιά πολλά σε όλους, ρίξτε το έξω (ή μέσα, εξαρτάται).
Αυτός είναι ακόμη πιο όμορφος αλλά δεν το παίζει. Δεν ποζάρει με τίποτα στις φωτογραφήσεις, συνήθως περιμένω με τις ώρες με τη φωτογραφική στο χέρι για να τραβήξω μια καλή του πόζα, είναι αλήτης -κοπρήτευε για 2 μήνες πριν τον μαζέψουμε, για την ακρίβεια πριν μας διαλέξει από μόνος του, μας δείχνει ευγνωμοσύνη που τον κάναμε καλά (εκτός από τα χιλιάδες τσιμπούρια που είχε πάνω του έπασχε από καλαζάρ και ωτίτιδα), είναι απίστευτα χαδιάρης και γενικά ότι πιο καλόβολο σε ζώο. Μόνο του ελάττωμα ότι την κοπανάει όταν βρει ελεύθερο πεδίο (και ενίοτε μπορεί να τσιμπήσει και κανένα προβατάκι αν του βρεθεί στο δρόμο του, sorry προβατάκο αν έφαγε κάποιον συγγενή...). Τον αγαπάω κι αυτόν πολύ.
Κάθε αδίκημα παραγράφεται μετά από κάποια χρόνια, το αυτόφωρο ισχύει για 48 ώρες, η καταπάτηση γίνεται νόμιμη μετά από κάποια χρόνια κι αυτή, αυτό που ζούμε ή ζήσαμε κάποια στιγμή είναι δυνατόν να παραγραφεί; Είναι δυνατόν να παραγραφεί αυτό που είπαμε ή που κάναμε με κάποιον ή απλά θέλουμε να το διαγράψουμε από τη μνήμη κι η συνείδησή μας παίζει περίεργα παιχνίδια;
Αυτό που μ’ ενοχλεί και με πικραίνει δεν είναι η κάθε είδους νομική παραγραφή. Με πικραίνει αν σε δω στο δρόμο και προσπαθήσεις να με αποφύγεις αν κι έχουμε περάσει μαζί από μία νύχτα παθιασμένου σεξ μέχρι πολλές μέρες, μήνες ή και χρόνια φιλίας, γνωριμίας ή και απλά παρέας. Δεν έχω συνηθίσει να διαγράφω πράγματα που έχω κάνει κι ας έχω μετανιώσει για κάποια από αυτά. Το καθετί που έγινε, καλώς έγινε και κάτι έχω να κερδίσω από αυτό.
Το ξέρω, δεν ταιριάζει με τις γιορτινές μέρες το συναίσθημα που περιγράφω, αλλά θα το ξεπεράσω, δεν θα το παραγράψω...
Γαμώτο πάλι το καλύτερο έχασα. Μια μέρα άδεια είπα να πάρω, να πάω να δω τους δικούς μου στο χωριό, να χαλαρώσω και να ξεκουραστώ και στη δουλειά έγιναν τ’απίστευτα.
Έφεραν ειδικό «λέει», που έκανε ανάλυση ικανοτήτων, χαρακτήρων και άλλων εσωτερικών αναζητήσεων. Εμένα που έλειπα μου είχαν κρατήσει μια κενή θέση για την «ψυχή μου» - η οποία εκείνη την ώρα περιπλανιόταν σε άλλα επίπεδα, ονειρικά για την ακρίβεια, μετά από κάμποσες κούπες κρασί. Για να επανέλθω όμως, η εσωτερική αναζήτηση άρχισε με μια σκιαγράφιση του ενός συναδέλφου προς κάποιον άλλο – σκηνή που περιείχε γέλιο, κλάμα, μπηχτές, μαχαιριές, κ.ά όμορφα συναισθήματα.
Μετά από μια μικρή παρένθεση όπου οι αναλυόμενοι προσπάθησαν να μαντέψουν την ηλικία, το ζώδιο και άλλα σημαντικά χαρακτηριστικά του αναλυτή τους, πέρασαν στο δια ταύτα: ΒΓΑΛΤΕ ΜΙΑ ΚΟΛΛΑ ΧΑΡΤΙ και γράψτε τι θέλετε και τι αισθάνεστε ότι λείπει από την εργασία σας... Ούτε σε διαγώνισμα της τρίτης λυκείου σου λέει τέτοιο άγχος. Πρώτα μας χαλαρώνεις με κουκουρούκου αναλύσεις και μετά μας πετάς στη μάπα: γράψε όσο πιο αληθινά μπορείς τα αισθήματά σου, για τη δουλειά σου, το αφεντικό σου, κλπ. Μα που ήμουν; Έχασα μια μοναδική ευκαιρία να το κάνω μπάχαλο το μαγαζί, αλλά πληροφορήθηκα ότι τα εν λόγω «σεμινάρια» θα επαναλαμβάνονται τακτικά – μάλλον κάθε Παρασκευή – οπότε θα έχω θέμα για πολλά πολλά posts από εδώ και πέρα νομίζω.
Υ.Γ.: Περαστικά σε άρρωστους και αισθανόμενους ψυχοσωματικά χάλια, ρίξτε το έξω παιδιά, γιορτές έρχονται, μην αφήσετε τίποτα να σας πάρει από κάτω.
Ορμώμενος από την εκπομπή της Δημητρούλας χθες βράδυ, έκανα τις εξής σκέψεις: που έχει πάει το χιούμορ στις μέρες μας; γιατί άνθρωποι που το έβγαζαν αβίαστα είτε στις παρέες τους είτε σε μεγαλύτερα σύνολα ανθρώπων τώρα έχουν στερέψει;
Θυμάμαι από διηγήσεις γνωστών, ότι η Δήμητρα στα πολύ νιάτα της μαζί με τον κολλητό της (επίσης συγγραφέα / ηθοποιό) κλείνονταν με τις ώρες σ’ένα δωμάτιο ετοιμάζοντας αυτοσχέδια σκετσάκια κι έβγαιναν παίζοντάς τα για την παρέα, αναζητώντας σαφώς την αποδοχή και το γέλιο των παρευρισκομένων.
Παρομοίως, γνωστός μου Δημήτρης, ήταν κάποτε στην παρέα η αποκαλούμενη «ψυχή της», με τις ατάκες του και την τρέλα του να σκορπίζουν σπαρταριστό γέλιο κι αξέχαστες καταστάσεις.
Φευ, ίδια όμως η κατάληξη… μια η τηλεόραση, μια το θέατρο, αναλώνεται στα ίδια και στα ίδια και λυπάμαι πραγματικά που το κάποτε ελπιδοφόρο «δίδυμο» έχει γίνει συνώνυμο της «υστερίας» του διαγωνισμού «σκουξίματος» και της ανακύκλωσης.
Σε σημείο που τις προάλλες που τον πέτυχα Χάρητος και Λουκιανού γωνία (ναι στο γνωστό σαββατιάτικο περίπου happening) βιάστηκα να προχωρήσω μην τυχόν και του μιλήσω... τι να του έλεγα άλλοστε; μπράβο για την επαγγελματική άνοδό σου ή λυπάμαι για την έλλειψη πρωτοτυπίας και χιούμορ στα κείμενά σου; Σαφώς και μετά που το καλοσκέφτηκα θα μπορούσα να πω ένα απλό γειά πως πάει; και να τελειώνει εκεί. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα και δεν αναλύεται εδώ.
Τελικά που κατέληξε το χιούμορ στις μέρες μας; Που πήγαν όλα αυτά τα ταλέντα και γιατί δεν έχουν την κατάληξη που όλοι περιμέναμε; Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων – και αυτών περιστασιακών – το δράμα περισσεύει και η κωμωδία φθίνει επικινδύνως...
Μακάρι να γίνει η ανατροπή σύντομα, το έχουμε όλοι μας ανάγκη.
Σιγή δευτερολέπτων. Σηκώνεται, σβήνει το τσιγάρο του, πίνει την τελευταία γουλιά από το ποτό του και με φιλά σταυρωτά αγκαλιάζοντάς με ζεστά κι αντρίκια.
Σαν να έβλεπα το χαμογελάκι του όταν δευτερόλεπτα πριν κλείσω την πόρτα τον άκουσα αρχικά να μουρμουρίζει: "Αλοίμονο στον άνθρωπο που θα εξαρτήσει την ευτυχία του από άλλον άνθρωπο" και με το που μπήκε στο ασανσέρ να τραγουδάει: "free, free, set them free"